Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Μαρία Παρθένος, Θεοτόκος και Παναγία...Ποια είναι εκείνη η μικρή κοπέλα που γέννησε τον Σωτήρα του κόσμου;

Από νωρίς στην ιστορία του κόσμου, προφήτες και φωτισμένοι άνθρωποι μίλησαν για τον ερχομό του Θεού και μάλιστα για τη Γέννησή Του. Μίλησαν για ένα γεγονός, θείο και μυστηριακό. Ακόμη και η Σίβυλλα, μια από τις σοφές γυναίκες της Αθήνας, έδωσε χρησμό λέγοντας «...ύστερα από πολύν καιρό θα φτάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ως θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπο από την φθορά των ανιάτων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμαστεί υψηλά ως κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα». Όχι μόνο οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, όχι μόνο ο περιούσιος λαός του Θεού, αλλά άνθρωποι σε διάφορα μέρη της γης προφήτευσαν την παρουσία του Θεού στον κόσμο μας. Και κάπως έτσι, ο Θεός μας συστήθηκε ως Εκείνος που έρχεται για όλους μας, χωρίς να λογαριάζει εθνικότητες και δοξασίες. Και ήρθε. Είσοδός Του έγινε η μικρή Μαρία. Όμως, γιατί εκείνη; Ποια ήταν; Η Μαρία ήταν η κόρη της Άννας και του Ιωακείμ ενώ οι παππούδες της ήταν ο ιερέας του αληθινού Θεού της Παλαιάς Διαθήκης Ματθάν και η γυνάικα του Μαριάμ. Ο Ματθάν ήταν απόγονος του Δαυίδ, δηλαδή του γνωστού αρχαίου βασιλιά, προφήτη και ποιητή, ο οποίος είχε ζήσει πριν χίλια χρόνια περίπου. Ο Ματθάν και η Μαριάμ είχαν τρεις κόρες, τη Μαρία, τη Σωβή και την Άννα. Η Σωβή ήταν η μητέρα της Ελισάβετ που γέννησε τον Ιωάννη τον πρόδρομο του Ιησού και η Άννα ήταν η μητέρα της Μαρίας, της Παναγίας. Στη Ναζαρέτ έζησαν οι γονείς της Μαρίας, ως άτεκνοι, για πάρα πολλά χρόνια. Οι συνεχείς προσευχές τους για την απόκτηση τέκνου και το τάμα τους να προσφέρουν το παιδί τους στον Θεό, όταν θα γινόταν τριών ετών, εισακούστηκαν, και η μεγάλη σε ηλικία Άννα, με τη βοήθεια του Θεού, κυοφόρησε τη Μαρία. Το τάμα εκπληρώθηκε, παραδίδοντας τη μικρή στο ναό του Σολομώντα, στα Ιεροσόλυμα, μόλις εκείνη έγινε τριών ετών, όπου ήταν αρχιερέας ο Ζαχαρίας ο οποίος και προείδε τη μικρή Μαρία ως τη Θεοτόκο. Όταν η Μαρία είχε φτάσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας της, οι ιερείς του ναού φρόντισαν να μνηστευθεί τον Ιωσήφ. Εκείνος ήταν χήρος με επτά παιδιά και συγκριτικά με τη Μαρία ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία. Λέγεται ότι εξαρχής ήταν προδιαγεγραμμένο ο Ιωσήφ να μην γίνει ποτέ αληθινός σύζυγος της Μαρίας αλλά μόνο προστάτης της. Αρκετοί προφήτες είχαν αναφέρει ότι ο Υιός του Θεού θα γεννηθεί από μια παρθένο, όπως ο Ησαΐας. Γι' αυτό το λόγο, οι ιερείς, έχοντας γνώση των γραφών και με το δώρο της προφητείας, θέλησαν να αρραβωνιάσουν τη Μαρία με τον Ιωσήφ για να ξεγελάσουν το διάβολο, ο οποίος, επίσης, γνώριζε τις γραφές αλλά δεν θα μπορούσε να υποπτευθεί ότι υπάρχει σύζυγος παρθένος! Στο ευαγγέλιο του Λουκά μαθαίνουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τη Μαρία. Είναι πολύ πιθανό, ο Ευαγγελιστής να είχε μάθει την ιστορία ζωής της Παναγίας από την ίδια, την οποία γνώριζε και ζωγράφισε. Πρώτα μας μιλά για την ιστορία της κύησης της Ελισάβετ και αμέσως ακολουθεί η συνάντηση του Αρχάγγελου Γαβριήλ με τη Μαρία. Τη χαιρέτησε αποκαλώντας την «κεχαριτωμένη», δηλαδή ως εκείνη που έχει λάβει εξαιρετικά χαρίσματα από τον Θεό. Σε όλη τη Βίβλο μόνο η Παναγία αποκαλείται έτσι, αφού μόνο εκείνη διαθέτει όλα τα χαρίσματα σε υπέρτατο βαθμό, την ξεχωριστή ηθική ποιότητα, ώστε να καταστεί Μητέρα του Θεανθρώπου. Δηλώνει, όμως, και την “εκλογή” γιατί η ίδια επιλέχθηκε, καλέστηκε από τον Κύριο και ευλογήθηκε ανάμεσα σε όλες τις γυναίκες για την εκπλήρωση του Θείου έργου. Η Μαρία ήταν λογικό να αναρωτηθεί με ποιον τρόπο μπορεί να συμβούν όσα άκουσε για την κύησή της, αφού εκείνη είναι παρθένος, όμως, ο Γαβριήλ δεν μπορούσε να ερμηνεύσει τον τρόπο κι έτσι κατέφυγε προς τον Θεό λέγοντας ότι το Άγιο Πνεύμα θα παρέμβει σε εκείνη και με τη δύναμη του Θεού θα κυοφορήσει. Η Παναγία, σε πλήρη ταπείνωση μπροστά στο μεγαλείο του Κυρίου και με τέλεια υπακοή στο θέλημά Του, απάντησε «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» χωρίς δεύτερη σκέψη, αφήνοντας τον εαυτό της με πίστη στα χέρια του Θεού. Αφού η Μαρία αποδέχθηκε το θέλημα του Θεού, κατέστη έγκυος. Το ερώτημα προς τη Μαρία φανερώνει το σεβασμό του Θεού στην ελευθερία του ανθρώπου να επιλέγει το δρόμο του. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας μιλά για τη λύπη του Ιωσήφ σε σχέση με την εγκυμοσύνη της Μαρίας. Μάλιστα, σκεφτόταν να τη διώξει για να μην αντιμετωπίσει τη βαρύτατη ποινή για μοιχεία, σύμφωνα με το νόμο της εποχής. Αλλά Άγγελος Κυρίου του μετέφερε την αλήθεια. Σχεδόν αμέσως, η εγκυμονούσα Μαρία ξεκίνησε το ταξίδι της με προορισμό το σπίτι του Ζαχαρία. Όταν η Παναγία χαιρέτησε την επίσης εγκυμονούσα Ελισάβετ, το βρέφος, δηλαδή ο Ιωάννης, σκίρτησε στην κοιλιά της και γέμισε με το Πνεύμα το Άγιο η ίδια, και είπε μεγαλοφώνως «εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου». Η Ελισάβετ, φωτισμένη από τον Θεό, επανέλαβε τα ίδια λόγια, τα οποία είχε χρησιμοποιήσει κι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. «Καὶ εἶπε Μαριάμ. Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου, ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί. ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς γενεὰς γενεῶν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν». Μέσα από τα λόγια της Μαρίας, της Παναγίας, γίνεται κιόλας αντιληπτός ο φωτισμός της από το Άγιο Πνεύμα αφού η προηγούμενη ταραχή της έχει αντικατασταθεί από την αγαλλίαση που της δώρισε ο Θεός κατοικώντας στην ψυχή της αλλά και στο σώμα της. Κατακλύζεται από τη μόνη αλήθεια και προφητεύει το μεγαλείο που θα την ακολουθεί καθώς και τον απόλυτο σεβασμό που θα καταθέτει η ανθρωπότητα σε Εκείνον. Αυτή, λοιπόν, που κυοφόρησε και γέννησε τον Υιό του Θεού μπορεί να ονομαστεί Θεοτόκος, η οποία δάνεισε τη σάρκα της στον Κύριο, δηλαδή την ανθρώπινη φύση. Στο πρόσωπο της Παναγίας εκφράζεται θαυμάσια όλη η διδασκαλία της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο», με σύντομο αλλά συνάμα πλούσιο τρόπο. Άρα, καλώντας την παρθένο Μαρία ως Θεοτόκο, κατ' ουσίαν γίνεται ομολογία της ενανθρώπησης του Θεού και της παρουσίας του Μεσσία στον κόσμο. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός θεωρεί ότι δεν θα μπορούσε η ανθρωπότητα να βιώσει την αληθινή ζωή, αν οι πιστοί δεν είχαν την Παναγία ως παρηγοριά τους. Η Μητέρα του Θεού έχει το δικαίωμα να συνομιλεί απευθείας με τον Υιό της, λόγω της απεριόριστης αγάπης της και της παραδειγματικής υπακοής της, κι Εκείνος την ακούει «άπειρον την προς τον Θεόν παρρησίαν», γι’ αυτό και όποιος ζητά την βοήθειά της με πίστη, δεν ντροπιάζεται, αλλά αντιθέτως δέχεται από τον Θεό, μέσω της Παναγίας, ό,τι ορίζει το συμφέρον της ψυχής του. Η Παναγία έγινε η νέα Εύα, εκείνη που με την καθαρότητα της ψυχής καθώς και του σώματός της έφερε την ελπίδα της σωτηρίας στην ανθρωπότητα. Κατοίκησε μέσα της ο ίδιος ο Θεός και εκείνη γέννησε τον Θεάνθρωπο. Είναι η ευλογημένη γυναίκα που κάλεσε «Μητέρα» ο Παντοδύναμος. Μόνο μέσω της αποκάλυψης του Θεού δια του Αγίου Πνεύματος δύναται κανείς να πλησιάσει στο ελάχιστο τη Βασίλισσα των Ουρανών. Για όλο τον χριστιανικό κόσμο, η Παναγία είναι η παρηγοριά στον αγώνα για την αληθινή ζωή, είναι η μητρική αγκαλιά των πληγωμένων ψυχών και των βασανισμένων. Συγχρόνως, όμως, είναι η γυναίκα που υψώθηκε από τον Θεό ψηλότερα και από τους αγγέλους, εκείνη που θα βρίσκεται στα δεξιά του Υιού της εις τους αιώνας των αιώνων.

Ιωάννα Μακκά, Θεολόγος


 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

Οι παιδικές θύμησες του Νίκου Πλακίδα παραμονές της 25ης Μαρτίου


 Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες ζωντάνευαν οι μνήμες. Θυμάμαι τη βάβα μου, στο παραγώνι του τζακιού, να μας λέει για τα περασμένα, που τα γράφαν τα βιβλία, ενώ εκείνη ήταν αγράμματη. Για τους κλέφτες στα βουνά του Ζυγού, τους καπεταναίους του Μεσολογγιού, τον Θοδωράκη Γρίβα, που πέρασε από το χωριό μας κι άλλα πολλά. Θυμάμαι τη φουστανέλα και τ’ άρματά μου, που τα προετοίμαζα από την παραμονή της 25ης Μαρτίου, ώστε να τα φορέσω την επομένη στη γιορτή. Καθ’ όλη τη διάρκεια εκείνης της μέρας, σεργιάνιζα στο χωριό, ντυμένος φουστανελάς. Πήγαινα ψηλά στην «Κούλια» της Κυρά- Βασιλικής κι αγνάντευα τον ποταμό και τον μεγάλο κάμπο. Ονειρευόμουν τα λόγια της βάβας μου κι έπιανα το τραγούδι με την παιδική μου φωνή : «Μάνα μου τα, μάνα μου, τα κλεφτόπουλα τρώνε και τραγουδάνε, άιντε πίνουν και γλεντάνε…». Μέχρι το λιόγερμα έστεκα εκεί ψηλά κι αγνάντευα, ώσπου η φωνή της μάνας με ξυπνούσε από τ’ όνειρο και κίναγα σφυρίζοντας στο φτωχικό μας, για να ξαρματωθώ.

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2021

Ο Δημήτριος Μακρής (Γαβαλού 1772 - 1841). Φιλικός και οπλαρχηγός του Αγώνα, από τους ισχυρότερους της Δυτικής Στερεάς.





Xειμώνας θα τανε, όταν ένα φαρί καλιγωμένο στο χρυσό, τράβηξε για το Κάρλελι και τις πλαγιές τ’ Αράκυνθου. Ύστερα από ένα μακρύ ταξίδι έφτασε στη Γαβαλού, και κίνησε για το Μακρέικο. Ξεπέζεψε ο τάταρης και ταχιά ανέβηκε τη σκάλα που οδηγούσε στο χαγιάτι. Με ένα βίαιο χτύπημα στην πόρτα, κάλεσε τους νοικοκυραίους να τον προϋπαντήσουν. Ξάφνου, πίσω από την μισάνοικτα πόρτα φάνηκε μια γριά, που καλωσόρισε τον επισκέπτη. Εκείνος περνώντας το κατώφλι, πέταξε την κάπα του που την είχε ανάρριχτα στις πλάτες, και μένα σιάξιμο της χρυσοποίκιλτης φορεσιάς του, ανακοίνωσε πως ήταν ο πρώτος αγγελιοφόρος του βασιλέα. Η γεροντική μορφή που καθόταν όμως στο παραγώνι του τζακιού, τον κοίταξε ανόρεκτα. Έστριψε το παχύ μουστάκι του, τον κάρφωσε με το βλέμμα του και τον ρώτησε, τι γυρεύει στο σπιτικό του. Ο νεαρός αγγελιοφόρος, ασυνήθιστος στην απλότητα του ηρωισμού, του ανήγγειλε με επισημότητα, πως ο βασιλέας τον ήθελε στο πλάι του, στ’ ανάκτορο, ως υπασπιστή του. Τότε ο γέροντας, σηκώθηκε αργά από το σκαμνί οπού καθόταν, στάθηκε ορθός, ακουμπώντας στον «Λιάρο» του και με αυστηρή αγαθοσύνη αντιγύρισε στον νεαρό: «Δεν ξέρω γω να τσακάω τη μέση μ’». Ο αγγελιοφόρος του βασιλέα, δεν τόλμησε να προσθέσει τίποτα περισσότερο ύστερα από τη αυστηρή δήλωση του Μακρή. Ευχαρίστησε τον καπετάνιο, φόρεσε βιαστικά την κάπα του και κίνησε να φύγει.

 
Χρήστος Γ. Δήμτσιος Παιδαγωγός - Ιστορικός